Δευτέρα, Ιανουαρίου 8

Η προβληματική εξωτερική μας πολιτική και η εθνική μας κυριαρχία

Ο Μιχάλης Δεμερτζής είναι
Ιδρυτικό Μέλος και Τομεάρχης
Θέσεων της ΕΥΜΕΣΥΝ
Όταν μοιράζεσαι τα σύνορά σου με ένα ντε φάκτο δικτατορικό καθεστώς και εν προκειμένω με έναν στριμωγμένο και απρόβλεπτο Ερντογάν, οφείλεις να είσαι σε ετοιμότητα για κάθε ενδεχόμενο.

Δηλαδή… Πώς ήρθε επίσκεψη τον προηγούμενο μήνα, έθεσε την ατζέντα του κι έφυγε; Το αντίθετο.

Και ας πούμε ότι πιαστήκαμε απροετοίμαστοι γιατί έχουμε αλλού το μυαλό μας· στα καθημερινά προβλήματα της οικονομίας, το πλεόνασμα που δεν βγαίνει, την ανάπτυξη που δεν έρχεται- εδώ βέβαια εγείρεται και το ερώτημα, «τότε γιατί τον καλέσαμε;», αλλά αυτό είναι μία άλλη συζήτηση- και ο γέγονε, γέγονε…

Παρακάτω, όμως, όταν η πίεση αυξήθηκε (ως συνέπεια της προχειρότητάς μας), πού ήταν τα αντανακλαστικά μας ως χώρα;

Εκεί δεν χρειαζόταν προετοιμασία… Απλά ένα στοιχειώδες αίσθημα αυτοσεβασμού.

Ο γείτονας, μετά την παραχώρηση ασύλου σε έναν από τους Οκτώ, πέταξε μία απειλή τόσο αόριστη που καταντά γραφική («…θα υπάρξουν επιπτώσεις») και αμέσως η ελληνική κυβέρνηση αμφισβήτησε τους θεσμούς του κράτους της. Του δικού της!

Αν το σκεφτείτε είναι κάπως απίστευτο.

Όλοι ξέρουμε ότι η κυβέρνησή μας έχει ανοίξει μέτωπο με την ελληνική Δικαιοσύνη για λόγους μικροκομματικούς, ψηφοθηρικούς, ας πούμε και ιδεολογικούς. Όλοι, επίσης, ξέρουμε ότι μπροστά σε σοβαρή έξωθεν απειλή (και, στην προκειμένη περίπτωση, προφανέστατα οι κυβερνώντες μας την θεώρησαν σοβαρή) ένα τέτοιο μέτωπο επιβάλλεται να κλείσει ή έστω να πάρει αναβολή για αργότερα.

Όχι στην Ελλάδα του 2018…

Η αντίδρασή μας δείχνει και το μέγεθος της κρίσης που διάγουμε.

Η χώρα μας κατ’ αρχάς δεν φαίνεται να έχει εδώ και καιρό τα εφόδια, τα οποία θα της δώσουν τη σιγουριά που απαιτείται εν τω μέσω ενός ρευστού διεθνούς περιβάλλοντος. Ούτε σε επίπεδο συστημικό ούτε σε επίπεδο προσωπικοτήτων.

Όπως έχουμε ξαναγράψει, η κοινωνία μας δεν διέπεται από ένα αξιακό σύστημα στέρεο και συμβατό με την εποχή, ώστε να έχει αποκτήσει την αυτοπεποίθηση και την προσαρμοστικότητα που απαιτούν οι δύσκολες περίοδοι και, επιπλέον, το πολιτικό μας προσωπικό συντηρεί ένα αποσαθρωμένο θεσμικό περιβάλλον, το οποίο εγγυάται πως οι ασκούμενες πολιτικές, όπως η εξωτερική εν προκειμένω, θα είναι έρμαια προσωπικών πεποιθήσεων ή και, ακόμα χειρότερα, διαθέσεων.

Περαιτέρω, όταν οι ίδιοι οι κυβερνώντες μας αφαιρούν κύρος από τους θεσμούς αντί να τους προσδίδουν, τότε αφαιρούν και από τη σταθερότητα της χώρας, δυσχεραίνοντας έτσι τη θέση της στο διεθνές στερέωμα.

Αυτά, χωρίς να μας απειλεί κάποιος ή να χρειάζεται να πάρουμε αποφάσεις εξωτερικής πολιτικής, δηλαδή, χωρίς να υπάρχει πίεση.

Υπήρχε μία κρυφή ελπίδα σε κάποιους από εμάς ότι, σε περίπτωση που τα πράγματα σοβάρευαν, κάποια αντανακλαστικά θα εμφανίζονταν και κάποιες υγιείς δυνάμεις θα αναδεικνύονταν, ότι κάπου ανάμεσα στα μικροκομματικά παιχνίδια θα βλέπαμε κάποια ψήγματα, αν όχι πατριωτισμού, συναινετικής διάθεσης.

Εδώ, αντιθέτως, όχι απλά η κυβέρνηση αμφισβητεί τους θεσμούς και τις βασικές αρχές της χώρας της, αλλά, όπως μαρτυρά και το άλλο θέμα τον ημερών, το «Μακεδονικό», αμφισβητεί και τον ίδιο της τον εαυτό.

Υπό αυτές τις συνθήκες, όπου οι προσωπικές φιλοδοξίες και το κομματικό συμφέρον μπαίνουν πάνω από το έθνος την στιγμή που υπάρχουν έξωθεν πιέσεις γεωπολιτικού χαρακτήρα, καθίσταται ευάλωτη η εθνική μας κυριαρχία.

Απώλεια της εθνικής κυριαρχίας, βλέπετε, δεν είναι η κοινή ευρωπαϊκή νομοθεσία και το κοινό νόμισμα. Είναι να μην μπορείς ως κράτος να επιλέξεις από όλα αυτά που συμβαίνουν στον κόσμο τι θα περάσει τα σύνορα.

Είναι να μην υπάρχουν ή να μην είναι αρκετά ισχυροί εκείνοι οι θεσμοί που εξασφαλίζουν ότι οι ζωές μας θα συνεχίζονται κανονικά εντός των συνόρων ενώ απέναντι υπάρχει ένας θυμωμένος δικτάτορας, ότι οι εσωτερικές μας υποθέσεις δεν διαμορφώνονται από έξωθεν απειλές, ότι, με λίγα λόγια, η χώρα δεν είναι έρμαιο των διεθνών συγκυριών.

Συνεπώς, αν θέλουμε η εξωτερική μας πολιτική να έχει αρχή, μέση και τέλος, πρέπει πρώτα να τακτοποιήσουμε τα του οίκου μας και αυτή είναι μια δουλειά που αφορά πριν από όλους την κυβέρνησή μας. Αν δεν μπορεί να την κάνει, ας το παραδεχτεί και ας ζητήσει βοήθεια ή ας παραιτηθεί.

Είτε το ένα είτε το άλλο, θα είναι απείρως αξιοπρεπέστερο από το να υποχωρεί πάραυτα σε τουρκικές απειλές.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου