Σελίδες

Δευτέρα, Απριλίου 10

Κλείνει η αξιολόγηση και μετά τι…;

Και αυτή η αξιολόγηση φαίνεται να φτάνει στο τέλος της (αν και ποτέ δεν μπορείς να είσαι αρκετά σίγουρος, τουλάχιστον τα δύο τελευταία χρόνια) και το ερώτημα είναι αν μπορούμε να χαιρόμαστε.

Από τη μία, με το κλείσιμο οποιασδήποτε αξιολόγησης, εγκαινιάζεται μία περίοδος σχετικής ηρεμίας και αυτό δεν είναι καθόλου αμελητέο. Από την άλλη όμως, σημασία έχει τι κάνουμε με αυτή την ηρεμία.

Μάλλον όχι τα δέοντα, αν αναρωτηθούμε σε τι κατάσταση βρισκόμαστε σε σχέση με την προηγούμενη αξιολόγηση: Χειρότερη…

Το πρόβλημα όμως γίνεται ακόμα μεγαλύτερο από την εξήγηση που σπεύδουμε να δώσουμε. Όσοι- μάλλον οι περισσότεροι- ξεκινούν με αφετηρία το «φταίνε οι κακοί ξένοι», θα πουν ότι φταίει το πρόγραμμα.

Εδώ είναι σκόπιμο να σημειώσουμε πως τα προγράμματα που καλούμαστε να εφαρμόσουμε, δεν είναι αψεγάδιαστα. Το τρίτο μνημόνιο, ειδικά, είναι εξόχως προβληματικό.

Το πώς φτάσαμε να καλούμαστε από τους εταίρους να πιάσουμε αποστραγγιστικούς στόχους εν μέσω ύφεσης, το έχουμε εξηγήσει αναλυτικά στο παρελθόν («Χαμένοι στο σπιράλ της ύφεσης»).

Ωστόσο, υπάρχουν και κάποια πράγματα που πρέπει να γίνουν- και η προαναφερόμενη ηρεμία είναι σημαντικός βοηθητικός παράγων- τα οποία, εδώ που τα λέμε, δεν θα έπρεπε να μας ενδιαφέρει αν περιέχονται στο πρόγραμμα.

Επειδή, όμως, ουκ ολίγα από αυτά ήδη περιέχονται κι εμείς δεν κάνουμε σχεδόν τίποτα, σε κάθε αξιολόγηση θα μας ζητούν νέα μέτρα, μαζί με τα παλιά που δεν κάναμε κι εμείς θα γκρινιάζουμε ότι μας ζητάνε πολλά· οπότε πάλι δεν θα τα κάνουμε, οπότε στην επόμενη αξιολόγηση θα μας ζητάνε πιο νέα, μαζί με τα παλιά και τα ακόμη πιο παλιά κ.ο.κ.

Παράλληλα, το κράτος χρειάζεται επιτακτικά χρήματα, συνεπώς, κάποια μέτρα πολύ απλά δεν τα γλιτώνουμε και κάπου εδώ πρέπει να γίνει σαφές ότι, αν συνεχίσουμε να επιλέγουμε μόνο πολιτικές επιβίωσης (φόροι, φόροι, φόροι και κάποιες επιλεκτικές περικοπές), κάποια στιγμή ούτε αυτές θα είναι αρκετές.

Το πιο αποκαρδιωτικό, ωστόσο, είναι ότι ακόμα και για αυτές, έχουμε μία προκατειλημμένη και εντελώς μονόπλευρη ανάγνωση. Κάτι που απομακρύνει ακόμα περισσότερο την προοπτική για πραγματικά μέτρα εξόδου από την κρίση.

Ας δούμε, λ.χ., γιατί γκρινιάζουμε από τη στιγμή που ανακοινώθηκε η συμφωνία. Δύο είναι τα ζητήματα, όπως παρουσιάζονται από τα ΜΜΕ. Ασφαλιστικό και μείωση αφορολόγητου.

Πιο αναλυτικά:

Αναμένονται περικοπές των συντάξεων το 2019, της τάξεως του 1% του ΑΕΠ. Δυσάρεστα νέα. Πολλοί λαμβάνουν ήδη χαμηλές συντάξεις και στο μέλλον θα λαμβάνουν χαμηλότερες. Πριν κλάψουμε όλοι μαζί όμως, φιλελεύθεροι και κρατιστές, ξέρουμε ότι το ασφαλιστικό δεν βγαίνει…;

Δεν-Βγαίνει. Θεωρητικά, το γνωρίζουμε από το 2000!

Αφού δεν βγαίνει, πρέπει να μειωθούν οι συντάξεις, τελεία. Χρειαζόμαστε τους ξένους για να μας το πουν αυτό;

Το αν οι μειώσεις θα γίνουν με τρόπο δίκαιο ή άδικο, είναι ένα άλλο, όχι ασήμαντο, ζήτημα. Οι δαπάνες από τις συντάξεις όμως πρέπει να περικοπούν, αλλιώς στο μέλλον δεν θα υπάρχουν συντάξεις.

Επίσης, χαμηλές ή χαμηλότερες, κάποιος πρέπει να τις πληρώσει. Αν ο ιδιωτικός τομέας συνεχίσει να φυτοζωεί, οι περικοπές θα συνεχίζονται χωρίς η κατάρρευση του ασφαλιστικού να φεύγει από το κάδρο. Κάτι που μας πηγαίνει στο κομμάτι των φόρων.

Η υποτιθέμενα μάχιμη κυβέρνηση, λοιπόν, υπέκυψε στη μείωση του αφορολόγητου. Το πόσο ευέλικτη ή ικανή είναι ως διαπραγματευτής, αλλά και ως διαχειριστής των δημόσιων οικονομικών, φαίνεται από το γεγονός ότι δεν γίνεται πουθενά μνεία- επισήμως ή ανεπισήμως, από ΜΜΕ ή από κυβερνητικά στελέχη- για μείωση των συντελεστών.

Η διεύρυνση της φορολογικής βάσης είναι ένα καταρχήν λογικό μέτρο. Αν οι στόχοι απομακρύνονται, καλύτερα να πάρεις λίγα από ακόμα περισσότερους, παρά κι άλλα από εκείνους από τους οποίους ήδη παίρνεις πολλά. Και για να πάρεις από όλους όσο το δυνατόν περισσότερα, ρίχνεις τους φορολογικούς συντελεστές.

Έθεσαν κάποιο βέτο οι δανειστές σε αυτό; Το πρότεινε η ελληνική κυβέρνηση; Πρέπει να το προτείνουν και αυτό οι ξένοι;

Και επειδή στην αγορά όλα έχουν σχέση, κάποιες σκόρπιες θριαμβολογίες για τα εργασιακά είναι περιττές. Η προστασία των υπαλλήλων είναι ευπρόσδεκτη, αλλά αποκτά ουσιαστικό περιεχόμενο, στο μέτρο που μπορούν να υπάρξουν εργοδότες.

Συνοψίζοντας όλα τα παραπάνω, η ανάκαμψη της χώρας είναι υπόθεση του ιδιωτικού τομέα της.

Αν είναι να διαπραγματευόμαστε με τους μήνες, να ξέρουμε και τι μας ωφελεί.

Μιχάλης Δεμερτζής

Ιδρυτικό Μέλος Ευ.Με.ΣΥΝ - Τομεάρχης Θέσεων

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου