Κυριακή, Αυγούστου 12

Ένα κράτος φιλανθρωπικό ίδρυμα



Οι Financial Times την περασμένη εβδομάδα έγραψαν κάτι που ήδη γνωρίζουμε όσοι ζούμε την ελληνική κρίση από μέσα. Ότι το πελατειακό μας κράτος παραμένει ανέγγιχτο. Ο μεγάλος ασθενής, δηλαδή, από τον οποίο, όπως έχει προ πολλού τεκμηριωθεί, έχουν ξεκινήσει τα δεινά μας, δεν έχει δείξει καμία ουσιαστική βελτίωση μετά από οκτώ ολόκληρα χρόνια μνημονίων.

Στον ιδιωτικό τομέα, από την άλλη, όπως επίσης αναφέρουν οι FT, σημειώθηκαν κάποιες χρήσιμες αλλαγές και – δεδομένων, αφενός, της καλής τουριστικής χρονιάς και, αφετέρου, του γεγονότος ότι εδώ και δύο τουλάχιστον χρόνια η αγορά αφέθηκε στην ησυχία της – υπήρξαν αισιόδοξες ενδείξεις, με πιο σημαντική την επιστροφή στα κέρδη για τις εταιρείες που επιβίωσαν από την περίοδο της βαθιάς ύφεσης.

Α. Τα αυτονόητα που είναι ζητούμενα

Και το ερώτημα εδώ είναι, τι να τα κάνεις τα κέρδη, αν είναι να απορροφώνται από ένα αντιπαραγωγικό κράτος…;

Για να έρθουμε στο διά ταύτα, η ρευστότητα στην αγορά αδυνατεί να ωφελήσει το σύνολο της κοινωνίας, αν η απορρόφησή της από το δημόσιο δεν ακολουθείται από την αντίστοιχη ανταπόδοση. Και ακριβώς επειδή το δημόσιο δεν είναι αποδοτικό, πρέπει ή να βρει τρόπο να γίνει ή να παίρνει λιγότερα από την αγορά.

Θα πει κανείς ότι αυτό είναι γνωστό. Δεν φαίνεται όμως κάτι τέτοιο στην κοινωνία μας, γιατί, ενώ περνάμε δύσκολα εδώ και περίπου μία δεκαετία, δεν απασχολεί κανέναν. Ακούγονται πού και πού κάποιες προτάσεις νωρίς το πρωί σε κάτι τηλεοπτικά πάνελ, οι οποίες μπορεί να ήταν και ακριβώς αυτό που χρειάζεται η χώρα (κινητικότητα, αξιολόγηση, ψηφιοποίηση κ.α.), αν είχαμε τουλάχιστον ξεπεράσει την πιο προφανή παρανόηση από όλες· εκείνη που συνδέει αναλογικά το κοινωνικό όφελος με τις προσλήψεις στο δημόσιο. Σαν να λέμε ότι αύξηση των προσλήψεων σημαίνει και αύξηση της παραγωγικότητας.

Θα ξαναπεί κανείς, «χαίρω πολύ», και αυτό είναι γνωστό, αφού εννοείται ότι η αύξηση της παραγωγικότητας προϋποθέτει κι άλλα πράγματα. Πρώτον, πού είναι τα άλλα πράγματα αφού «εννοείται» και, δεύτερον, καθώς μιλάμε για το ελληνικό δημόσιο, όχι, δεν προϋποθέτει και άλλα πράγματα. Προϋποθέτει άλλα πράγματα μείον τις προσλήψεις, ειδικά εφόσον διάγουμε περίοδο αυστηρής δημοσιονομικής πειθαρχίας, γιατί το νέο προσωπικό του δημοσίου απαιτεί πόρους που στερείται η ιδιωτική οικονομία. Αν λοιπόν οι διορισμοί δεν γίνονται απολύτως στοχευμένα, η κοινωνία στο τέλος ζημιώνεται.

Περαιτέρω, η ζημιά είναι ακόμα μεγαλύτερη, αν αυτές οι προσλήψεις είναι και υπεράριθμες. (Η αναλογία «μία πρόσληψη για κάθε τέσσερις αποχωρήσεις» καταστρατηγείται εδώ και καιρό, μην τα ξαναγράφουμε.)

Και πάλι, για τρίτη φορά, όλα αυτά είναι γνωστά και αυτονόητα, αλλά εκτός του ότι δεν απασχολούν σχεδόν καθόλου το δημόσιο λόγο, η παρούσα κυβέρνηση δείχνει να μην τα γνωρίζει ή αδιαφορεί επιδεικτικά. Αν λειτουργούσε αντίθετα, δεν θα χρειαζόταν αυτό το άρθρο.

Β. Βήματα προς τα πίσω

Εν προκειμένω, το πόσο βαθιές ρίζες έχει το εν λόγω πρόβλημα φάνηκε καθαρά από τα μέτρα που ανακοινώθηκαν προς ανακούφιση των πυρόπληκτων της Ανατολικής Αττικής, όπου, ανάμεσα σε άλλα, υπάρχει πρόβλεψη περί διορισμού τους στο δημόσιο.

Εδώ, λοιπόν, δεν μιλάμε απλά για μία στρεβλή άποψη περί των οικονομικών, όπου κάποιος αρμόδιος λέει κάτι σαν «πρέπει να πέσει χρήμα στην αγορά και η ανεργία να μειωθεί, άρα, ας βάλουμε κόσμο στο δημόσιο, να τον πληρώνουμε, για να απασχοληθεί και να ξοδεύει» (που υπάρχει και αυτή η άποψη στην κυβέρνηση), αλλά για μία περίεργη και συνάμα ευρέως διαδεδομένη αντίληψη, που λέει ότι το ελληνικό δημόσιο είναι φιλανθρωπικό ίδρυμα.

Προσοχή, δεν αναφερόμαστε στο κοινωνικό κράτος. Αναφερόμαστε στην άποψη που λέει ότι βάζουμε κάποιον να δουλέψει στο δημόσιο για να τον ανακουφίσουμε. Το κράτος σε αυτή την περίπτωση δεν είναι φορέας που εξυπηρετεί τους πολίτες του, αλλά τους εργαζομένους του. Ξέρουμε βεβαίως ότι στην Ελλάδα πάντα αυτό ίσχυε, αλλά είναι διαφορετικό απλά να συμβαίνει και διαφορετικό να ξεκαθαρίζουμε ότι έτσι πρέπει να συμβαίνει. 

Όχι απλά δεν βελτιωνόμαστε, λοιπόν, αλλά κάνουμε και βήματα προς τα πίσω, οπότε αντί να βγούμε από το τούνελ, βυθιζόμαστε αργά περισσότερο στο σκοτάδι. Πόσο πιο αισιόδοξα να δει κανείς τα πράγματα όταν αυτό που κάναμε λάθος τόσες δεκαετίες, τώρα το φωνάζουμε και το περνάμε με κάθε επισημότητα ως σωστό;

Ο Μιχάλης Δεμερτζής είναι Ιδρυτικό Μέλος
και υπεύθυνος του Τομέα Θέσεων της
Ευρωπαϊκής Μεταρρυθμιστικής Σύνθεσης
 

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου