Πρέπει να κάνουμε μεταρρυθμίσεις.
Το ξέρουμε.
Οι περισσότεροι από εμάς δεν είμαστε ευχαριστημένοι με το κράτος μας. Βλέπουμε πως η χώρα δεν πηγαίνει καλά και, συνεπώς, κάποια πράγματα πρέπει να αλλάξουν.
Και γιατί δεν προχωρούμε στις αλλαγές;
Δεν θέλουμε.
Ξέρουμε, αλλά δεν θέλουμε, επειδή «από εμένα/εμάς θα ξεκινήσετε;» ή «φταίμε εμείς, αλλά όχι εγώ προσωπικά...» ή «φταίνε οι άλλοι...» και άλλα σχετικά.
Αυτή η αντίσταση έχει ισχυρές βάσεις, αφού στηρίζεται στο θεμελιώδες ένστικτο της αυτοσυντήρησης που κουβαλά ο καθένας από εμάς.
Παρά ταύτα, δεν θα ήταν σημαντικό εμπόδιο, αν δεν είχε θεσμική έκφραση. Ομάδες πίεσης (με πρώτες τις συνδικαλιστικές) μετασχηματίζουν τον φόβο που έχουμε για την αλλαγή σε σχετικώς καλά δομημένα πολιτικά ή και νομικά επιχειρήματα, βασισμένα στο σύνολό τους στο παλιό πολιτικό σύστημα, που περίπου όλοι λέμε ότι απορρίπτουμε, και στη παρωχημένη πια νομική του έκφραση.
Όχι ότι είναι αθέμιτο να υπερασπίζεται μία κοινωνική ομάδα τα συμφέροντά της, ωστόσο, οι ελληνικοί νόμοι σε γενικές γραμμές έχουν διαμορφωθεί έτσι, ώστε όλες- από τα κόμματα μέχρι τους επαγγελματικούς κλάδους- να είναι ευχαριστημένες, αδιαφορώντας για τον πολίτη/ καταναλωτή (για περισσότερη ανάλυση επ’ αυτού, βλ. «Κλειδί για την ανάπτυξη ο καταναλωτής», http://eumesin.blogspot.gr/2016/10/blog-post.html).
Οτιδήποτε προσπαθεί να αλλάξει τη συγκεκριμένη κατάσταση, ή αλλιώς, οτιδήποτε προσπαθεί να εκσυγχρονίσει την κοινωνία μας, προσκρούει στον εν λόγω θεσμικό τοίχο.
Εντούτοις, με την κρίση να μας ταλαιπωρεί για επτά και πλέον χρόνια, οφείλουμε να δούμε το ζήτημα των μεταρρυθμίσεων επιτέλους σοβαρά, κάτι που πρώτιστα σημαίνει ότι πρέπει να παραδεχθούμε μία βασική αλήθεια:
Πάντα κάποιος θα ζημιώνεται από μία μεταρρύθμιση και σίγουρα κάποιος θα κερδίσει.
Εμείς συμπεριφερόμαστε σαν να μην το καταλαβαίνουμε αυτό. Κάθε φορά, πίσω από κάθε προσπάθεια αλλαγής, ανακαλύπτουμε σκοτεινά συμφέροντα, μυστηριώδεις δυνάμεις, κύκλους και τετράγωνα, όλα εναντίον μας, όλα θέλουν να μας λυγίσουν.
Λες και δεν συγκρούονται νέα, αναδυόμενα συμφέροντα με τα αντίστοιχα παλιά και κατεστημένα από καταβολής κόσμου.
Λες και δεν έχουμε επωφεληθεί κι εμείς από αυτή τη σύγκρουση.
Εκτός κι αν κάποιος θεωρεί προτιμότερο να εκτελεί τις μεταφορές του καβάλα σε ένα γαϊδούρι ή να επικοινωνεί με ταχυδρομικά περιστέρια: «Άτιμο σύστημα που θες να κλείσεις τους γαϊδουρομεταφορείς».
Σε γενικές γραμμές, έτσι αντιμετωπίζουμε το ζήτημα «μεταρρύθμιση». Για παράδειγμα, ανακαλύψαμε πολυεθνικές πίσω από της ανεμογεννήτριες της Πάρου. Σαν να λέμε, ανακαλύψαμε τον Σατανά.
Έχει καμία σημασία ποιος επωφελείται αν ωφεληθεί και ο τόπος;
Προφανώς έχει, αν ζημιωθεί το ρυπογόνο μικρομάγαζο. Γιατί, για εμάς, η ΔΕΗ δεν είναι «τα ανάλγητα μονοπώλια»- αυτά μόνο εκτός Ελλάδας. Είναι το μαγαζάκι της γειτονιάς που πρέπει να στηρίξουμε πάση θυσία.
Το καλύτερο παράδειγμα της υποτιθέμενου ελληνικού δαιμόνιου, όμως, είναι οι διαπιστώσεις μας όταν έκλεισε η ΕΡΤ: «Θα κερδίσουν τα ιδιωτικά κανάλια, για αυτό έκλεισε».
Φοβερή διαπίστωση. Βρήκαμε ότι όταν κλείνει ένα κανάλι, κερδίζουν τα υπόλοιπα, τη στιγμή που το κλείσιμο ενός δημόσιου οργανισμού στην Ελλάδα, συναγωνίζεται σε σπανιότητα τη χιονόπτωση σε έρημο.
Το τι μπορεί να κερδίσει (ή και να χάσει) η ελληνική κοινωνία από αυτή την κίνηση απασχόλησε κανέναν; Μετρήσαμε οφέλη και ζημίες ή μόνο συναυλίες συμπαράστασης;
Γενικώς, δεν τα πηγαίνουμε καλά με το μέτρημα, μας πέφτει πολύ τεχνοκρατικό, ή μάλλον, μετράμε μόνο εκείνα που μας συμφέρουν.
Έχουμε βάλει κάτω, λ.χ., και αναλύουμε και εκθέτουμε την ευελιξία στην αγορά εργασίας (και πολύ καλά κάνουμε), αλλά ουδείς ασχολείται με την (μη) ευελιξία στην αγορά προϊόντος.
Από τις δύο πλευρές του ίδιου ζητήματος, καταπιανόμαστε μόνο με τη μία γιατί μόνο εκείνη ταιριάζει με την υποκρισία μας.
Με άλλα λόγια, ενώ φωνάζουμε για τα ελαστικά ωράρια και τους χαμηλούς μισθούς, κανείς δεν φωνάζει για τα επαγγέλματα που μένουν ερμητικά κλειστά.
Πρόκειται για μία αναγκαία μεταρρύθμιση. Αν δεν ανοίξουν, η πραγματικότητα στην αγορά δεν θα αλλάξει. Η ανεργία θα συνεχίσει να είναι στο Έβερεστ και η επιχειρηματικότητα στην Τάφρο των Μαριανών.
Ίσως να το αναλύαμε λίγο παραπάνω αυτό αν θεωρούσαμε πως οι περισσότεροι Έλληνες δεν το καταλαβαίνουν.
Κάνουν ότι δεν το καταλαβαίνουν…
Το ξέρουμε.
Οι περισσότεροι από εμάς δεν είμαστε ευχαριστημένοι με το κράτος μας. Βλέπουμε πως η χώρα δεν πηγαίνει καλά και, συνεπώς, κάποια πράγματα πρέπει να αλλάξουν.
Και γιατί δεν προχωρούμε στις αλλαγές;
Δεν θέλουμε.
Ξέρουμε, αλλά δεν θέλουμε, επειδή «από εμένα/εμάς θα ξεκινήσετε;» ή «φταίμε εμείς, αλλά όχι εγώ προσωπικά...» ή «φταίνε οι άλλοι...» και άλλα σχετικά.
Αυτή η αντίσταση έχει ισχυρές βάσεις, αφού στηρίζεται στο θεμελιώδες ένστικτο της αυτοσυντήρησης που κουβαλά ο καθένας από εμάς.
Παρά ταύτα, δεν θα ήταν σημαντικό εμπόδιο, αν δεν είχε θεσμική έκφραση. Ομάδες πίεσης (με πρώτες τις συνδικαλιστικές) μετασχηματίζουν τον φόβο που έχουμε για την αλλαγή σε σχετικώς καλά δομημένα πολιτικά ή και νομικά επιχειρήματα, βασισμένα στο σύνολό τους στο παλιό πολιτικό σύστημα, που περίπου όλοι λέμε ότι απορρίπτουμε, και στη παρωχημένη πια νομική του έκφραση.
Όχι ότι είναι αθέμιτο να υπερασπίζεται μία κοινωνική ομάδα τα συμφέροντά της, ωστόσο, οι ελληνικοί νόμοι σε γενικές γραμμές έχουν διαμορφωθεί έτσι, ώστε όλες- από τα κόμματα μέχρι τους επαγγελματικούς κλάδους- να είναι ευχαριστημένες, αδιαφορώντας για τον πολίτη/ καταναλωτή (για περισσότερη ανάλυση επ’ αυτού, βλ. «Κλειδί για την ανάπτυξη ο καταναλωτής», http://eumesin.blogspot.gr/2016/10/blog-post.html).
Οτιδήποτε προσπαθεί να αλλάξει τη συγκεκριμένη κατάσταση, ή αλλιώς, οτιδήποτε προσπαθεί να εκσυγχρονίσει την κοινωνία μας, προσκρούει στον εν λόγω θεσμικό τοίχο.
Εντούτοις, με την κρίση να μας ταλαιπωρεί για επτά και πλέον χρόνια, οφείλουμε να δούμε το ζήτημα των μεταρρυθμίσεων επιτέλους σοβαρά, κάτι που πρώτιστα σημαίνει ότι πρέπει να παραδεχθούμε μία βασική αλήθεια:
Πάντα κάποιος θα ζημιώνεται από μία μεταρρύθμιση και σίγουρα κάποιος θα κερδίσει.
Εμείς συμπεριφερόμαστε σαν να μην το καταλαβαίνουμε αυτό. Κάθε φορά, πίσω από κάθε προσπάθεια αλλαγής, ανακαλύπτουμε σκοτεινά συμφέροντα, μυστηριώδεις δυνάμεις, κύκλους και τετράγωνα, όλα εναντίον μας, όλα θέλουν να μας λυγίσουν.
Λες και δεν συγκρούονται νέα, αναδυόμενα συμφέροντα με τα αντίστοιχα παλιά και κατεστημένα από καταβολής κόσμου.
Λες και δεν έχουμε επωφεληθεί κι εμείς από αυτή τη σύγκρουση.
Εκτός κι αν κάποιος θεωρεί προτιμότερο να εκτελεί τις μεταφορές του καβάλα σε ένα γαϊδούρι ή να επικοινωνεί με ταχυδρομικά περιστέρια: «Άτιμο σύστημα που θες να κλείσεις τους γαϊδουρομεταφορείς».
Σε γενικές γραμμές, έτσι αντιμετωπίζουμε το ζήτημα «μεταρρύθμιση». Για παράδειγμα, ανακαλύψαμε πολυεθνικές πίσω από της ανεμογεννήτριες της Πάρου. Σαν να λέμε, ανακαλύψαμε τον Σατανά.
Έχει καμία σημασία ποιος επωφελείται αν ωφεληθεί και ο τόπος;
Προφανώς έχει, αν ζημιωθεί το ρυπογόνο μικρομάγαζο. Γιατί, για εμάς, η ΔΕΗ δεν είναι «τα ανάλγητα μονοπώλια»- αυτά μόνο εκτός Ελλάδας. Είναι το μαγαζάκι της γειτονιάς που πρέπει να στηρίξουμε πάση θυσία.
Το καλύτερο παράδειγμα της υποτιθέμενου ελληνικού δαιμόνιου, όμως, είναι οι διαπιστώσεις μας όταν έκλεισε η ΕΡΤ: «Θα κερδίσουν τα ιδιωτικά κανάλια, για αυτό έκλεισε».
Φοβερή διαπίστωση. Βρήκαμε ότι όταν κλείνει ένα κανάλι, κερδίζουν τα υπόλοιπα, τη στιγμή που το κλείσιμο ενός δημόσιου οργανισμού στην Ελλάδα, συναγωνίζεται σε σπανιότητα τη χιονόπτωση σε έρημο.
Το τι μπορεί να κερδίσει (ή και να χάσει) η ελληνική κοινωνία από αυτή την κίνηση απασχόλησε κανέναν; Μετρήσαμε οφέλη και ζημίες ή μόνο συναυλίες συμπαράστασης;
Γενικώς, δεν τα πηγαίνουμε καλά με το μέτρημα, μας πέφτει πολύ τεχνοκρατικό, ή μάλλον, μετράμε μόνο εκείνα που μας συμφέρουν.
Έχουμε βάλει κάτω, λ.χ., και αναλύουμε και εκθέτουμε την ευελιξία στην αγορά εργασίας (και πολύ καλά κάνουμε), αλλά ουδείς ασχολείται με την (μη) ευελιξία στην αγορά προϊόντος.
Από τις δύο πλευρές του ίδιου ζητήματος, καταπιανόμαστε μόνο με τη μία γιατί μόνο εκείνη ταιριάζει με την υποκρισία μας.
Με άλλα λόγια, ενώ φωνάζουμε για τα ελαστικά ωράρια και τους χαμηλούς μισθούς, κανείς δεν φωνάζει για τα επαγγέλματα που μένουν ερμητικά κλειστά.
Πρόκειται για μία αναγκαία μεταρρύθμιση. Αν δεν ανοίξουν, η πραγματικότητα στην αγορά δεν θα αλλάξει. Η ανεργία θα συνεχίσει να είναι στο Έβερεστ και η επιχειρηματικότητα στην Τάφρο των Μαριανών.
Ίσως να το αναλύαμε λίγο παραπάνω αυτό αν θεωρούσαμε πως οι περισσότεροι Έλληνες δεν το καταλαβαίνουν.
Κάνουν ότι δεν το καταλαβαίνουν…
Μιχάλης Δεμερτζής
Ιδρυτικό Μέλος Ευ.Με.ΣΥΝ - Τομεάρχης Θέσεων
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου