Έχει δύο μήνες από τότε που ξεκίνησε η κυβέρνηση την επίθεσή της στον διοικητή τής Τράπεζας της Ελλάδος, επειδή ο τελευταίος, διαφωνώντας με το αφήγημά της, θεωρεί πως η χώρα πρέπει μετά το πέρας του μνημονίου να ενταχθεί σε ένα προληπτικό πρόγραμμα στήριξης.
Οι κυβερνώντες μας, από την άλλη, θεωρούν ότι η Ελλάδα βγαίνοντας στις αγορές δεν έχει ανάγκη από άλλη μία φθηνή δανειοδότηση και ότι μπορεί απλά να υποστηριχθεί από τη συσσώρευση των ταμειακών της διαθεσίμων.
Δηλαδή, σκοπεύουμε να στηριχθούμε ως κράτος στα χρήματα που, για να το πούμε απλά, έχουμε στην άκρη για ώρα ανάγκης.
Η εν λόγω τακτική, όπως επισημαίνουν κυβερνητικά στελέχη, εφαρμόστηκε με επιτυχία και σε άλλες χώρες κατά την έξοδό τους από παρόμοια δανειακά προγράμματα.
Ισχύει. Η Πορτογαλία βγήκε από το μνημόνιο αναχρηματοδοτώντας το χρέος της μόνο «εκ των έσω» και από τις αγορές.
Ωστόσο, το επιτόκιό της ήταν στο μισό από εκείνο που αντιστοιχούσε στην Ελλάδα, όταν η ελληνική κυβέρνηση τα έβαλε με τον κεντρικό τραπεζίτη της, δηλαδή πριν δύο μήνες.
Τώρα υπάρχει και η ιταλική κρίση και οι αποδόσεις έχουν ανέβει κι άλλο. Και ευτυχώς. Όχι για το ότι έχουν ανέβει οι αποδόσεις βεβαίως, αλλά για το ότι η κρίση συνέβη τώρα.
Το ενδεχόμενο να είχαμε μόλις τελειώσει από τα μνημόνια και να βγαίναμε ελεύθεροι και ωραίοι να δανειστούμε με ένα, ούτως ή άλλως, «αλμυρό» επιτόκιο και εκεί ακριβώς να βλέπαμε, ξαφνικά, να αλλάζει το παγκόσμιο οικονομικό σκηνικό απότομα προς το χειρότερο θα ήταν εφιαλτικό.
Και εδώ είναι η αξία σε αυτά που υποστηρίζαμε όλοι όσοι βλέπουμε την προληπτική γραμμή στήριξης θετικά. Στο ότι είναι… προληπτική.